Σταματήστε κάθε προσπάθεια αναγνώρισης του ψευδοκράτους, τονίζει ο δημοκρατικός βουλευτής στην Κοντολίζα Ράις. 50 βοηθοί βουλευτών στα κατεχόμενα
Ουάσιγκτον.- Από Μιχάλη Ιγνατίου
Να τερματιστεί κάθε προσπάθεια αναγνώρισης του καθεστώτος της κατεχόμενης βόρειας Κύπρου, καλεί την υπουργό Εξωτερικών Κοντολίζα Ράϊς ο τρίτος στην ιεραρχία του Δημοκρατικού Κόμματος, βουλευτής Ρόμπερτ Μενέντεζ, ο οποίος τονίζει ιδιαίτερα την ανάγκη να αποφευχθεί η χρησιμοποίηση του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου από Αμερικανούς αξιωματούχους ή από αμερικανικής ιδιοκτησίας πολιτικά ή στρατιωτικά αεροπλάνα.
«Είμαι ιδιαίτερα ανήσυχος για το ότι οποιοδήποτε μέλος της αμερικανικής κυβέρνησης θα μπορούσε να εισέλθει στην Κύπρο από αυτό το σημείο εισόδου», τονίζει χαρακτηριστικά ο Αμερικανός βουλευτής. Ο κ. Μενέντεζ, που διαφωνεί με την τακτική του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ και τις επισκέψεις βουλευτών και αξιωματούχων στα κατεχόμενα, πιστεύει ότι «μόνο μέσα από από την σταθερή προσκόλιση στο διεθνές δίκαιο και στο πλαίσιο της δικαιοσύνης θα οδηγηθούμε στην επιτυχή επίτευξη των στόχων μας για μια ενωμένη Κύπρο».
Στην επιστολή του προς την κ. Ράϊς, ο Αμερικανός βουλευτής αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σας καλώ να σταματήσετε οποιαδήποτε μελλοντική πτήση στα αεροδρόμια των κατεχομένων περιοχών και να μην προβείτε σε επίσημη επαφή με μέλη της μη αναγνωρισμένης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», η οποία θα μπορούσε να εκληφθεί ως ντε φάκτο αναγνώριση της».
Στις 13 του περασμένου Δεκεμβρίου, ο κ. Μενέντεζ είχε διαμαρτυρηθεί για την επίσκεψη δύο αξιωματούχων του της Υπηρεσίας Ασφάλειας των Μεταφορών (TSA) στο παράνομο αεροδρόμιο του Τύμπου. Είχε τονίσει τότε ότι η επίσκεψη «δεν συνάδει με την ισχύουσα νομοθεσία για την πολιτική αεροπορία σε διεθνές επίπεδο και αποτελούσε απευθείας αντιπαράθεση με την πολιτική που ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες όσον αφορά την Κύπρο».
Παρά το γεγονός ότι δόθηκαν διαβεβαιώσεις στον κ. Μενέντεζ ότι η Ουάσιγκτον δεν θα παρανομήσει, ο Αμερικανός βουλευτής συνεχίζει να αμφισβητεί τις καλές προθέσεις του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ. Γράφει σχετικά στην κ. Ράϊς: «Εξακολουθώ να έχω σοβαρές ανησυχίες για τις επιπτώσεις αυτού του ταξιδιού και πιστεύω ότι επισκέψεις Αμερικανών αξιωματούχων στα υπό τουρκική κατοχή εδάφη της Κύπρου είναι έξω από το πλαίσιο του κυπριακού νόμου και τοποθετούν την Ουάσιγκτον σε θέση παραβάτη του διεθνούς δικαίου».
Ο κ. Μενέντεζ υπενθυμίζει ότι η κυβέρνηση της Κύπρου «δεν έχει εξουσιοδοτήσει διεθνείς πτήσεις προς τα αεροδρόμια που βρίσκονται στις κατεχόμενες περιοχές», και σημειώνει πως με δεδομένο ότι η κυπριακή κυβέρνηση έχει την δικαιοδοσία σ’όλόκληρο το νησί «ελπίζω ότι η πίστη σας να διαφυλάξετε το διεθνές δίκαιο στην πολιτική αεροπορία συμπεριλαμβανομένης και της Συμφωνίας του Σικάγου, παραμένει ισχυρή». Οι Ηνωμένες Πολιτείες, καταλήγει, «είναι κατά συνέπεια υποχρεωμένες να θεωρήσουν ως «κλειστά» τα αεροδρόμια και τα λιμάνια στην υπό τουρκική κατοχή περιοχή. Οποιαδήποτε άλλη ενέργεια αποστελεί παραβίαση τόσο της αμερικανική πολιτικής όσο και του διεθνούς δικαίου».
Το Αρθρο 1 της Συμφωνίας του Σικάγου, που υπέγραψε η αμερικανική κυβέρνηση, προβλέπει ότι «κάθε κράτος έχει το απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα της κυριαρχίας στον αέρα πάνω από το εδαφός της». Επιπρόσθετα, το άρθρο VI (6) της Συμφωνίας αναφέρει ότι «καμμία προγραμματισμένη αεροπορική πτήση μπορεί να πραγματοποιηθεί πάνω ή μέσα στην δικαιοδοσία του κράτους, εκτός εάν διαθέτει ειδική άδεια ή άλλη εξουσιοδότηση από το κράτος και σύμφωνα με τους όρους της άδειας ή εξουσιοδότησης».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οργανώσεις που χρηματοδοτούνται από την Αγκυρα, προγραμματίζουν την αποστολή μεγάλης ομάδας επαγγελματικών στελεχών του Κογκρέσου στην κατεχόμενη Κύπρο, τον Αύγουστο. Γίνεται προσπάθεια όπως οι συνεργάτες των βουλευτών και των γερουσιαστών ταξιδέψουν με ειδική πτήση η οποία θα αναχωρήσει από την Ουάσιγκτον με προορισμό το παράνομο αεροδρόμιο της Τύμπου, που δεν αναγνωρίζεται από τον ICAO.
Ολόκληρο το κείμενο της επιστολής του κ. Μενέντεζ προς την Αμερικανίδα υπουργό Εξωτερικών, έχει ως εξής:
Αξιότιμη κα. Υπουργός,
Στις 13 Δεκεμβρίου του 2004, απέστειλα επιστολή στους υπουργούς κ. Πάουελ και κ. Ριτζ σχετική με την επίσκεψη δύο αξιωματούχων του της Υπηρεσίας Ασφάλειας των Μεταφορών (TSA) στο αεροδρόμιο του Τύμπου στην υπό κατοχή περιοχή της βόρειας Κύπρου. Οπως ανέφερα και στην προηγούμενη επιστολή μου η επίσκεψη αυτή δεν συνάδει με την ισχύουσα νομοθεσία για την πολιτική αεροπορία σε διεθνές επίπεδο και αποτελούσε απευθείας αντιπαράθεση με την πολιτική που ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες όσον αφορά την Κύπρο.
Στις 10 Ιανουαρίου του 2005 έλαβα απάντηση από τον βοηθό υπουργό κ. Πολ Β. Κέλι, αρμόδιο για νομοθετικές υποθέσεις. Κι ενώ εκτιμώ την καλοσύνη του να απαντήσει στην επιστολή μου, εξακολουθώ να έχω σοβαρές ανησυχίες για τις επιπτώσεις αυτού του ταξιδιού και πιστεύω ότι επισκέψεις Αμερικανών αξιωματούχων στα υπό τουρκική κατοχή εδάφη της Κύπρου είναι έξω από το πλαίσιο του κυπριακού νόμου και τοποθετούν την Ουάσιγκτον σε θέση παραβάτη του διεθνούς δικαίου.
Στην (απαντητική) επιστολή του ο κ. Κέλι διευκρινίζει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν την «Κυπριακή Δημοκρατία ως κυβέρνηση της Κύπρου», θέση η οποία, όπως αναφέρω και στην επιστολή μου, υποστηρίζεται από το διεθνές δίκαιο.
Ο κ. Κέλι προσθέτει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα προβούν σε ενέργειες οι οποίες είναι αντίθετες με τα ισχύοντα διεθνώς σ’ότι αφορά την πολιτική αεροπορία, συμπεριλαμβανομένων και των όσων προβλέπει η Συμφωνία του Σικάγου. Οπως γνωρίζετε όμως το Αρθρο 1 της Συμφωνίας του Σικάγου προβλέπει ότι «κάθε κράτος έχει το απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα της κυριαρχίας στον αέρα πάνω από το εδαφός της». Επιπροσθέτως το άρθρο VI (6) της Συμφωνίας αναφέρει ότι «καμμία προγραμματισμένη αεροπορική πτήση μπορεί να πραγματοποιηθεί πάνω ή μέσα στην δικαιοδοσία του κράτους, εκτός εάν διαθέτει ειδική άδεια ή άλλη εξουσιοδότηση από το κράτος και σύμφωνα με τους όρους της άδειας ή εξουσιοδότησης»
Αντιλαμβάνομαι ότι η Κυπριακή κυβέρνηση δεν έχει εξουσιοδοτήσει διεθνείς πτήσεις προς τα αεροδρόμια που βρίσκονται στις κατεχόμενες περιοχές. Με δεδομένο ότι η Κυπριακή Κυβέρνηση έχει την δικαιοδοσία σ’όλόκληρο το νησί ελπίζω ότι η πίστη σας να διαφυλάξετε το διεθνές δίκαιο στην πολιτική αεροπορία συμπεριλαμβανομένης και της Συμφωνίας του Σικάγου, παραμένει ισχυρή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι κατά συνέπεια υποχρεωμένες να θεωρήσουν ως «κλειστά» τα αεροδρόμια και τα λιμάνια στην υπό τουρκική κατοχή περιοχή. Οποιαδήποτε άλλη ενέργεια αποστελεί παραβίαση τόσο της αμερικανική πολιτικής όσο και του διεθνούς δικαίου.
Είμαι ιδιαίτερα ανήσυχος για το ότι οποιοδήποτε μέλος της αμερικανικής κυβέρνησης θα μπορούσε να εισέλθει στην Κύπρο από αυτό το σημείο εισόδου.
Μόνο μέσα από από την σταθερή προσκόλιση στο διεθνές δίκαιο και την επιδίωξη της δικαιοσύνης θα οδηγηθούμε στην επιτυχή επίτευξη των στόχων μας για μια ενωμένη Κύπρο. Για τον λόγο αυτό σας καλώ να σταματήσετε οποιαδήποτε μελλοντική πτήση στα αεροδρόμια των κατεχομένων περιοχών και να μην προβείτε σε επίσημη επαφή με μέλη της μη αναγνωρισμένης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», η οποία θα μπορούσε να εκληφθεί ως ντε φάκτο αναγνώριση της.
Ειλικρινώς,
Ρόμπερτ Μενέντεζ
Μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων
Leave a Reply