Ηνωμένα Έθνη.- Του Αποστόλη Ζουπανιώτη
«Μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού πρέπει να είναι συμβατή με τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, τις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου (1977 και 1979), με το Κοινό Ανακοινωθέν του Φεβρουαρίου 2014 και με το ευρωπαϊκό κεκτημένο», είπε ο αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Βενιζέλος, χαιρετίζοντας το Σάββατο την 69η Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Ανέφερε ότι ο κυπριακός λαός πρέπει να εγκρίνει τη λύση αυτού μέσω δημοψηφίσματος.
«Αποδίδουμε, επίσης, μεγάλη σημασία στη διατήρηση της εντολής και του επιπέδου της UNFICYP, καθώς και της αποστολής καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ. Και χαιρετίζουμε τον διορισμό του κ. Eide στη θέση του Ειδικού Συμβούλου του Γενικού Γραμματέα για την Κύπρο».
Ο κ. Βενιζέλος αναφέρθηκε στην 40ή επέτειο της τουρκικής εισβολής και υπογράμμισε ότι η διεθνής κοινότητα εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με μια συνεχιζόμενη παράνομη στρατιωτική κατοχή στο έδαφος ενός κράτους μέλους των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Η Ελλάδα στηρίζει πλήρως τον διάλογο μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων, στο πλαίσιο του Κοινού Ανακοινωθέντος του Φεβρουαρίου 2014, και τις πρωτοβουλίες του Προέδρου Αναστασιάδη για υιοθέτηση μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης που μπορούν να δημιουργήσουν μια νέα δυναμική», πρόσθεσε.
Απευθυνόμενος στην Τουρκία, ο κ. Βενιζέλος τόνισε ότι η δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού ζητήματος και ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου – ειδικότερα του διεθνούς δικαίου της Θάλασσας – αποτελούν σημαντικούς παράγοντες, από τους οποίους εξαρτάται η συνολική πορεία των ελληνο-τουρκικών σχέσεων.
«Οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, την ευρωπαϊκή προοπτική της οποίας η Ελλάδα υποστηρίζει, προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες και είναι κρίσιμες για τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής, καθώς είναι και σχέσεις μεταξύ δύο κρατών-μελών του ΝΑΤΟ».
Για τη διαφορά της Ελλάδας με τα Σκόπια, στο ζήτημα της ονομασίας, δήλωσε πως στηρίζει πλήρως τη διαδικασία υπό τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, μέσω του προσωπικού απεσταλμένου του, κ. Matthew Nimetz, και συμμετέχει πάντα σε αυτές εποικοδομητικά και με καλή θέληση.
«Η Ελλάδα, μέχρι σήμερα, έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα και αναμένουμε από την άλλη πλευρά να προβεί σε αντίστοιχα. Προτείνουμε μια αμοιβαία αποδεκτή σύνθετη ονομασία (με γεωγραφικό προσδιορισμό πριν τη λέξη “Μακεδονία”) για κάθε χρήση, erga omnes».
Εξέφρασε την ελληνική υποστήριξη προς την ευρωπαϊκή και ευρωατλαντική προοπτική της ΠΓΔΜ και υπογράμμισε ότι η Ελλάδα συγκαταλέγεται εδώ και πολλά χρόνια μεταξύ των εκεί κορυφαίων άμεσων ξένων επενδυτών.
«Η ευρωπαϊκή και ευρωαντλαντική προοπτική της δεν εξαρτάται από το ζήτημα του ονόματος ή από την Ελλάδα, αλλά από το σεβασμό των υφιστάμενων γενικών κριτηρίων που ισχύουν για όλες τις υποψήφιες χώρες. Εξαρτάται από τα ζητήματα σχετικά με τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις αρμονικές διεθνοτικές σχέσεις και την ελευθερία του τύπου. Όπως αναφέρεται στα σχετικά συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, πρέπει να γίνουν «απτά βήματα» σε αυτά τα ζητήματα».
Σε σχέση με τα άλλα διεθνή ζητήματα:
Είπε πως η ουκρανική κρίση επηρεάζει σοβαρά την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην Ευρώπη. «Ανησυχούμε για την ανθρωπιστική κατάσταση που επιδεινώνεται στα ανατολικά της Ουκρανίας και στηρίζουμε την εδαφική ακεραιότητα, την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της χώρας. Στηρίζουμε τη συμφωνία του Μινσκ της 5ης Σεπτεμβρίου, η πλήρης εφαρμογή της οποίας μπορεί να συμβάλει στην επίλυση της κρίσης δια της διπλωματικής και πολιτικής οδού. Το κλειδί είναι η επίτευξη μιας συμπεριληπτικής λύσης».
Για το Παλαιστινιάκό, χαιρέτισε την υιοθέτηση, στην Αίγυπτο, της ισραηλο-παλαιστινιακής Συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός της 26ης Αυγούστου και εξέφρασε την ελπίδα «ότι θα ανοίξει το δρόμο για την επανέναρξη της πολιτικής διαδικασίας με στόχο τη διαρκή ειρήνη, εξέλιξη που είναι προφανές ότι αποτελεί προϋπόθεση για μια συνολική λύση που θα επιτρέπει σε δύο κράτη, το Ισραήλ και την Παλαιστίνη, να συνυπάρχουν μέσα σε συνθήκες ασφάλειας».
Για την κατάσταση στη Συρία, ανέφερε ότι ο νέος απεσταλμένος του ΓΓ του ΟΗΕ πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειες προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική επανεκκίνηση της πολιτικής διαδικασίας «Γενεύη ΙΙ».
«Αυτό γίνεται όλο και πιο επιτακτικό λόγω των πράξεων βαρβαρότητας του ISIS και άλλων τζιχαντιστικών ομάδων στη Συρία και στα σύνορα μεταξύ Ιράκ και Συρίας. Οι ξένοι μαχητές που εντάσσονται στους κόλπους των τζιχαντιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων αποτελούν σοβαρή απειλή για την περιφερειακή και παγκόσμια ασφάλεια. Ως μέλος της διεθνούς συμμαχίας κατά του ISIS και των εξτρεμιστών τζιχαντιστών, η Ελλάδα στηρίζει πλήρως τη νέα Απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας σχετικά με τους τρόπους, με τους οποίους η διεθνής κοινότητα πρέπει να δράσει κατά του ISIS και των πιθανών ξένων μαχητών».
Ειδική αναφορά στο πλαίσιο αυτό έκανε στη σοβαρή ανθρωπιστική κατάσταση και τις αυξανόμενες πιέσεις που ασκούνται σε χώρες τις περιοχής, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, λόγω του κύματος προσφύγων.
«Τα στρατιωτικά μέσα δεν αρκούν από μόνα τους για να εξαλείψουν την τζιχαντιστική απειλή. Πρέπει, επίσης, να προωθήσουμε μια συμπεριληπτική διαδικασία εθνικού διαλόγου και συμφιλίωσης στο Ιράκ, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η απειλή αυτή κατά της ιρακινής εθνικής ενότητας και της εδαφικής ακεραιότητας».
Παράλληλα εξέφρασε μεγάλη ανησυχία για τον εκτοπισμό του άμαχου πληθυσμού και καταδίκασε απερίφραστα τον συστηματικό διωγμό των Χριστιανών και άλλων θρησκευτικών ομάδων.
Αναφορά έκανε επίσης και στη συνεχιζόμενη βία στη Λιβύη, η οποία όπως είπε απειλεί τη σταθερότητα της περιοχής.
Leave a Reply