Νέα Υόρκη.- Ανάλυση του Αποστόλη Ζουπανιώτη
Όταν για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 2018 το Κογκρέσο μέσω του αμυντικού προϋπολογισμού απαγόρευσε την μεταφορά στην Τουρκία των μαχητικών F-35 που συμπαρήγαγε και είχε ήδη πληρώσει, εξ αιτίας της αγοράς από τη Ρωσία πυραύλων S-400 και την φυλάκιση του πάστορα Μπράνσον, ελάχιστοι πίστεψαν ότι όχι μόνο αυτές οι κινήσεις δεν ήταν «μπλόφα», αλλά ότι θα οδηγούσαν στην επιβολή για πρώτη φορά σε σύμμαχο των ΗΠΑ, κυρώσεις CAATSA, οι οποίες σχεδιάστηκαν για να πλήξουν εχθρούς των ΗΠΑ.
Η «GN» είχε από την πρώτη στιγμή επισημάνει το 2018 πως η εμπλοκή του Κογκρέσου στα αμερικανο-τουρκικά ήταν μία παράμετρος που άλλαξε όχι μόνο την εξίσωση των διμερών σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας, αλλά και της αμερικανικής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο (όπως απέδειξε ο σχετικός νόμος για την Ανατολική Μεσόγειο κι η μερική άρση του εμπάργκο όπλων στην Κύπρο).
Η ίδια λογική της υποβάθμισης επαναλήφθηκε στο σχολιασμό της σημασίας των κυρώσεων CAATSA που ανακοίνωσε ο υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο την περασμένη Δευτέρα, και οι οποίες ήδη είχαν συμπεριληφθεί στο νόμο για τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ, που βρίσκεται στο γραφείο του προέδρου Τραμπ και περιμένει υπογραφή.
Η ουσία του πράγματος είναι ότι ακόμη και πρώην φίλοι στην Ουάσιγκτον αντιμετωπίζουν την Τουρκία σαν μία χώρα που μπορεί τύποις είναι σύμμαχος, στην πράξη όμως δρα ακόμη κι ως εχθρός. Ξεχάστηκε και το επιχείρημα των υπερασπιστών της Τουρκίας στο πολιτικό κατεστημένο της Ουάσιγκτον, ότι «είναι υπερήφανη χώρα και δεν πρέπει να την προσβάλλουμε». Και η χιονοστιβάδα των δημοσιευμάτων που ακολούθησαν μετά την επιβολή κυρώσεων συνηγορούν ότι δεν αποκλείεται να είναι απλά η αρχή των όσων θα ακολουθήσουν. Ή, όπως έγραψαν την Τετάρτη ο αναλυτής του think tank CMPP κι ο τουρκικής καταγωγής Αϊκάν Εντεμίρ του FDD, «κάποιοι ελπίζουν ότι οι κυρώσεις θα ενθαρρύνουν την Άγκυρα να επανεξετάσει την παρούσα πορεία και να ξαναγίνει «πλήρως τακτοποιημένο» μέλος του ΝΑΤΟ. Αλλιώς η Ουάσιγκτον πρέπει να λάβει επιπρόσθετα μέτρα και να αυξήσει το κόστος στον Ερντογάν».
ΕΚΚΡΕΜΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΑ
Η περυσινή εμπειρία από την συμπερίληψη της άρσης του εμπάργκο σε δύο νόμους που ψήφισε το Κογκρέσο και του νόμου για την Ανατολική Μεσόγειο σε έναν, αποδεικνύει ότι υπήρχαν πολύ ευνοϊκές συγκυρίες. Το ίδιο εύκολα συμπεριλήφθηκαν οι φετινές κυρώσεις στο τελικό κείμενο του αμυντικού προϋπολογισμού τον οποίο συζητούσαν οι διαμεσολαβητές της Βουλής και της Γερουσίας. Κι όπως μας είπε στενός συνεργάτης επιφανούς μέλους του Κογκρέσου, υπάρχει έντονα αρνητικό κλίμα για την Τουρκία.
Ένα από το νομοσχέδια τα οποία θα δούμε να επιστρέφουν για συζήτηση, με τη νέα χρονιά, εικάζεται ότι θα είναι αυτό που παρουσίασε τον Οκτώβριο ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ (S.Res. 755) για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Τουρκία, «τις ένοπλες δυνάμεις της, και σχετιζόμενες μ’ αυτήν ομάδες και άτομα στο νότιο Καύκασο, τη Συρία, τη Λιβύη και το Ιράκ». Το νομοσχέδιο αυτό ζητά από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σειρά εκθέσεων, ιδίως για το αν έχει χρησιμοποιηθεί αμερικανική βοήθεια για τις πράξεις αυτές της Τουρκίας και για το αν «είναι η γνώμη του υπουργού Εξωτερικών για το κατά πόσον οι έκτακτες περιστάσεις απαιτούν τη συνέχιση της βοήθειας ασφαλείας των ΗΠΑ στην Τουρκία και όλα τα γεγονότα που υποδηλώνουν ότι αυτή η βοήθεια είναι προς το εθνικό συμφέρον των ΗΠΑ». ·
Παρόμοιο νομοσχέδιο έχει κατατεθεί και για το Αζερμπαϊτζάν, με αφορμή τις βιαιότητες από μέρους Αζέρικων δυνάμεων και Τούρκων μισθοφόρων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Η Ερευνητική Επιτροπή του Κογκρέσου (CRS) στην πρόσφρατη έκαθεση των Ζανότι και Τόμας για την Τουρκία αναφέρει ότι «πολλά μέλη του Κογκρέσου επικρίνουν όλο και περισσότερο τις δράσεις εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, όπως αντικατοπτρίζονται σε νομοθετικές προτάσεις και την εποπτεία και ορισμένες ανησυχίες των ΗΠΑ οδήγησαν σε κυρώσεις και άλλα μέτρα κατά της Τουρκίας, καθώς και σε προσπάθειες ενδυνάμωσης των αντιπάλων της Τουρκίας (υπονοώντας σαφώς της άρση του εμπάργκο και το EastMed Act). Αυτά τα μέτρα ή άλλα στο μέλλον θα μπορούσαν, με τη σειρά τους, να επηρεάσουν ευρύτερα τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας. Η επιπτώσεις των κυρώσεων στην τουρκική συμπεριφορά μπορεί να είναι δύσκολο να μετρηθεί. Ένας οικονομικός στρατηγικός αναλυτής δήλωσε τον Οκτώβριο του 2019 ότι μέτρα που εμποδίζουν τις τουρκικές τράπεζες να πραγματοποιούν συναλλαγές σε δολάρια θα μπορούσαν να επηρεάσουν ιδιαίτερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Τουρκίας».
Σε σχέση με τις πιθανές επιπτώσεις αυτών των δράσεων του Κογκρέσου και της αμερικανικής κυβέρνησης σε σχέση με κυρώσεις, ή διευκολύνσεις με βάσεις από την Τουρκία, ή αντιπάλους της, η CRS εκτιμά ότι θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στους διμερείς δεσμούς, τις πολιτικο-στρατιωτικές επιλογές των ΗΠΑ στην περιοχή και τον στρατηγικό προσανατολισμό και την οικονομική ευημερία της Τουρκίας.
«Το πόσο στενά εμπλέκεται η κυβέρνηση του Ερντογάν θα μπορούσε να εξαρτάται από τις αντιλήψεις των ΗΠΑ για τη λαϊκή νομιμοποίησή του, την πιθανή παραμονή στην εξουσία και από το βαθμό στον οποίο ένας διάδοχος θα μπορούσε να αλλάξει τις πολιτικές του υπό το φως γεωπολιτικών, ιστορικών και οικονομικών παραμέτρων».
ΣΙΩΠΗΡΟ ΠΑΓΩΜΑ
ΠΩΛΗΣΗ ΌΠΛΩΝ
Πέραν των νομοθετημένων κυρώσεων προς την Τουρκία (F-35 και πρόσφατα CAATSA) μέλη του Κογκρέσο κι από τα δύο σώματα έχουν σιωπηρά παγώσει αιτήματα της τουρκικής κυβέρνησης για αγορές όπλων. Συνολικά έχουν παγώσει 34 συναλλαγές (αξίας άνω των 25 εκατομμυρίων δολαρίων εκάστη) με πιο γνωστή (είδε την δημοσιότητα τον περασμένο Αύγουστο) την αναβάθμιση των τουρκικών μαχητικών F-16 και την παραχώρηση άδειας εξαγωγής μηχανών ελικοπτέρων που θέλει η Τουρκία να πωλήσει στο Πακιστάν. Για την ώρα δεν έχουν επηρεαστεί πωλήσεις ανταλλακτικών, πυρομαχικών και πακέτα συντήρησης παλαιοτέρων συστημάτων.
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΠΑΙΝΤΕΝ
Η επιβολή των κυρώσεων CAATSA την περασμένη Δευτέρα ήταν μία απόφαση που ελήφθη για να ενισχύσει το πολιτικό μέλλον του υπουργού Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, ο οποίος παρέμεινε στη θέση του και δεν έγινε γερουσαστής. Ο Πομπέο φαίνεται σίγουρος προεδρικός υποψήφιος το 2024. Ωστόσο διευκολύνει και τον νέο πρόεδρο Μπάιντεν, ο οποίος θα έπρεπε να ξεκινήσει τη θητεία του με κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας.
Ο Μπάιντεν έχει σαφή αντίληψη για την Τουρκία, γνωρίζει άριστα τον Ερντογάν κι έχουν συγκρουστεί σε αρκετές περιπτώσεις. Δεν ξεχνά ότι υποχρεώθηκε να ανακαλέσει απόσπασμα ομιλίας του στο Χάρβαρντ, που ενόχλησε τον Ερντογάν, εν όψει επίσκεψής του στην Κωνσταντινούπολη. Βέβαια, ο πρόεδρος των ΗΠΑ σήμερα δεν είναι ο βιολογικά ίδιος με τον Μπάιντεν του 2016. Δεν θα θελήσει να χρεωθεί μία «απώλεια της Τουρκίας για τη Δύση», αλλά ούτε και θα υποκύψει στον Ερντογάν. Εχει συγκεκριμένες απόψεις για την περιοχή (ήταν από τους εμπνευστές των συμμαχιών για ενέργεια και ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο), για τους Κούρδους, αλλά και την Κύπρο. Για παράδειγμα, είναι γνωστή η δημόσια αντίθεσή του το 1997 στην αγορά από την Κύπρο των S-300, αλλά και η θέση που εξέφρασε στον πρόεδρο Αναστασιάδη στην μακρά συνάντηση που είχαν στη Νέα Υόρκη, το Σεπτέμβριο του 2016, γύρω από το θέμα των εγγυήσεων και την πλήρους αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο, μετά τη λύση.
Σε σχέση με τους συμβούλους του, υπάρχει ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν που ταυτίζεται πλήρως μαζί του κα ο υπουργός Εξωτερικών Τόνι Μπλίνκεν – που κατά καιρούς νομίζει ότι έχει ακόμη προϊστάμενο τον Κέρι και διστάζει έναντι της Τουρκίας. Στα χαμηλότερα στελέχη, έχουμε και το παράδειγμα το Μάικλ Κάρπεντερ, που ενώ ήταν ακραιφνής επικριτής της Τουρκίας, μετά τις εκλογές έφτασε στο σημείο να χαιρετίζει φραστικές μετατοπίσεις του Ερντογάν, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων Ελληνοαμερικανών στα κοινωνικά δίκτυα.
Όλα αυτά δείχνουν ότι τίποτε δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο και οι υψηλές προσδοκίες για την προεδρία Μπάιντγεν είναι προτιμότερο να χαμηλώσουν κι αν αποδειχθούν σωστές, ας είναι ευχάριστη έκπληξη.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η εμπλοκή του Κογκρέσου έχει αλλάξει τους κανόνες του παιγνιδιού στην Ουάσιγκτον. Κι όσο κι αν Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορούν να ονειρεύονται μία σχέση ανάλογη των ΗΠΑ με το Ισραήλ, ήταν το Κογκρέσο το μεγαλύτερο όπλο του Ισραήλ στο να πιέζει το Λευκό Οίκο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Η συμμαχία Ελληνοαμερικανικού και Αμερικανο-Εβραϊκού Λόμπι στην Ουάσιγκτον έχει ακριβώς τον ίδιο στόχο.
Leave a Reply