Γράφει ο Θόδωρος Ρουσόπουλος
Δεν τον θυμήθηκα έτσι ξαφνικά τον Χέγκελ. Μου τον θύμισε ο πρωθυπουργός την περασμένη Τετάρτη όταν μιλώντας στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή, αποφάσισε να δηλώσει την διαφορετικότητα των πολιτικών που ακολουθεί. Είπε παραφρασμένα τη ρήση του Χέγκελ, πως παρότι τα συμπαθή θηλαστικά φαίνονται μαύρα μέσα στη νύχτα ωστόσο τα χρώματά τους ποικίλλουν.
Ο Χέγκελ βέβαια ήθελε να στηλιτεύσει το απόλυτο το οποίο στερεί κάθε είδους διάκριση στη ζωή μας. Ο κ. Τσίπρας υιοθετώντας την ρήση, άθελά του ίσως τάχθηκε απέναντι στον υπουργό Πολιτισμού και τις γνωστές σε όλους πλέον δηλώσεις του περί αριστείας και ρετσινιάς. Η συζήτηση άλλωστε στη Βουλή ήταν για την Παιδεία. Το απόλυτο όμως υιοθετεί ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του σε όλους τους τομείς με τους οποίους ασχολήθηκαν. Επιβάλλουν πολιτική στην εκπαίδευση χωρίς προηγουμένως για ένα τόσο κομβικό ζήτημα να έχει αναπτυχθεί διάλογος με όλους τους επαΐοντες. Κατέχουν την μόνη αλήθεια και με απόλυτο τρόπο την επιβάλλουν. Είναι απόλυτοι πως χρειάζεται διάλογος με την κοινωνία αλλά τι εννοούν ως κοινωνία; Το κομματικό τους ακροατήριο; Πάντως όχι το διοικητικό σώμα της εκκλησίας αφού όπως αποκαλύφθηκε μόνον μια συνάντηση έγινε με αυτό και όχι εξαντλητικός διάλογος όπως απαιτούσε για την παραμικρή αλλαγή η αριστερά όσο ήταν στην αντιπολίτευση. Μήπως προηγήθηκε διάλογος για την πορεία ιδιωτικοποίησης μεγάλων κομματιών της δημόσιας περιουσίας; Με απόλυτο τρόπο όσο ήταν στην αντιπολίτευση επέμενε πως δεν ξεπουλάει τα χρυσά μαχαιροπήρουνα της χώρας και με τον ίδιο απόλυτο τρόπο προχωρά στην εκποίησή τους. Με απόλυτο τρόπο μιλούσαν για το σκίσιμο του μνημονίου και με απόλυτο τρόπο υπερασπίζονται το τρίτο μνημόνιο. Με απόλυτο τρόπο κατήργησαν τις ανεξάρτητες αρχές και πήραν στα χέρια τους τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από το Σύνταγμα.
Μέσα στο πνεύμα αυτής της απολυτότητας, η αριστερά και εν γένει ο επαναστατημένος χώρος των πλατειών και των «αντί» εισήγαγαν στο λεξιλόγιό μας μια φράση που πλέον χρησιμοποιείται σαν καραμέλα, στα χείλη βαθύνοων υποτίθεται σχολιαστών. Σύμφωνα με αυτήν ζούμε ήδη «το τέλος της μεταπολίτευσης». Κάποιοι το βρήκαν φαίνεται ιδιαιτέρως πρωτότυπο -κάτι σαν την ρήση του Φουκουγιάμα για το «τέλος της ιστορίας». Για τους γνωρίζοντες ο πρώτος που μίλησε για «τέλος της Ιστορίας» όλως συμπτωματικώς ήταν ο Χέγκελ. Δεν είναι χώρος για μεγαλύτερη ανάλυση αλλά ίσως ο Χέγκελ αναφερόταν στο «τέλος» με την έννοια του σκοπού και όχι του τέρματος. Άλλωστε ο Γερμανός φιλόσοφος είναι μόνον η αφορμή. Η ουσία του άρθρου έχει να κάνει με την απολυτότητα με την οποίαν ιδίως η αριστερά πολιτικολογεί. Για να επανέλθω, στους πιπιλίζοντες την καραμέλα του «τέλους της μεταπολίτευσης» σημειώνω την ευκολία με την οποίαν διεκδικούν κάποιου είδους παρουσία στο χώρο της φιλοσοφικής και ιστορικής αναζήτησης. Άκουσα εσχάτως αυτήν την απολυτότητα και από τα χείλη του υπουργού παιδείας.
Εάν με τον προαναφερθέντα όρο προσδιορίζεται η ιστορική περίοδος από την πτώση της χούντας έως σήμερα, τότε θα μπορεί κανείς να πει ότι πρόκειται για 42 χρόνια αποκατάστασης σε μεγάλο βαθμό των δημοκρατικών θεσμών, γεγονός όμως που δεν επέφερε την αντίστοιχη ωρίμανση στη συνείδηση του Έλληνα πολίτη. Ο όρος «μετά» είναι δανεικός από την ρητορική του μετα-μοντέρνου, προκειμένου να δειχτεί πως πρόκειται για μια εποχή μετάβασης χωρίς μόνιμες αποκρυσταλλώσεις. Η αρνητική του χρήση από τους σχολιαστές του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να υποτιμήσει την θετική του όψη. Συγκεκριμένα, την νομιμοποίηση του ΚΚΕ, τις δεκάδες εκλογικές αναμετρήσεις –πράγμα που αποδεικνύει τον σεβασμό στις κοινοβουλευτικές αρχές-, την άνοδο του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου σε ύψη χωρίς προηγούμενο κατά τα 200 χρόνια του νέου ελληνικού κράτους.
«Ο Χέγκελ πίστευε ότι σε όλη την Ιστορία, μόνο οι Έλληνες είχαν συλλάβει την ουσιαστική σχέση του υποκειμένου με το σύμπαν. Το μόνον που τους έλειψε ήταν μία απολύτως ανθρώπινη θρησκεία… Ο Χριστιανισμός -στην ορθόδοξη μορφή του- στην ελληνίζουσα Χεγκελιανή ερμηνεία του, κάλυψε αυτήν την επιτακτική ανάγκη». (J.Glenn Gray, Hegel and Greek Thought. New York, Harper, 1941, σ. 93). Ακόμη και αυτόν όμως η αριστερά που τον επικαλείται φρόντισε να τον υπονομεύσει. Προφανώς αξιοποιούνται αποσπασματικά μόνον οι ρήσεις που μας συμφέρουν και εκείνες δεν ερμηνεύονται σωστά. Το μόνον ελαφρυντικό που μπορεί να έχουν είναι εκείνο της αφέλειας που συνοδεύει πολλές φορές την νεότητα. Άλλωστε «η γλαύκα της σοφίας εμφανίζεται μόνο κατά το σούρουπο» (Χέγκελ, Ο Λόγος στην Ιστορία).
*** Από την εφημερίδα «Αγορά», 1η Οκτωβρίου 2016
Leave a Reply