Νέα Υόρκη.- Γράφει ο Αποστόλης Ζουπανιώτης
Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει μια 45ετή ιστορία στενών σχέσεων με την Ελληνοαμερικανική Κοινότητα, την Ελλάδα και την Κύπρου, γεγονός που αυτόματα σ’ ένα λαό ο οποίος το 1976 χτύπησε τις καμπάνες για τη νίκη του Τζίμι Κάρτερ, γεννά ελπίδες και προσδοκίες. Η αλήθεια είναι ότι σε αρκετές περιπτώσεις που έχω βρεθεί στο ίδιο δωμάτιο με τον Μπάιντεν, ως γερουσιαστή ή αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, έχω δει την έντονη συναισθηματική φόρτιση – μέχρι δακρύων – κάθε φορά που μιλά για τους Ελληνοαμερικανούς και πως τον βοήθησαν στις προκριματικές εκλογές του 1988, παρά το γεγονός ότι υποψήφιος ήταν ο Μάικ Δουκάκης.
Το 2008, μόλις εξελέγη αντιπρόεδρος ο Ελληνοαμερικανός λομπίστας Αντι Μάνατος τον «βάφτισε» «Βιδενόπουλο», κάτι που αν και χλευάστηκε από τους ομογενείς άρεσε στον Μπάιντεν. Ωστόσο, στα τέσσερα πρώτα χρόνια της θητείας του ως αντιπρόεδρος, ελάχιστα ασχολήθηκε με τα θέματα εξωτερικής πολικής, όπου η Χίλαρι Κλίντον – κι ο Ομπάμα – είχαν αναβαθμίσει την Τουρκία σε «μοντέλο» μουσουλμανικής ισλαμικής χώρας.
Διατήρησε τις επαφές του με την Ελληνοαμερικανική Κοινότητα, την οποία έβλεπε τακτικά και φωτογραφιζόταν μαζί με τους παράγοντες στις εκδηλώσεις για την επέτειο της 25ης Μαρτίου στο Λευκό Οίκο. Σε μία από αυτές – την πρώτη της δεύτερης θητείας του – του είπα «κύριε αντιπρόεδρε, σε προτιμούσα όσο ήσουν γερουσιαστής και πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων». «Κι εγώ τότε με προτιμούσα», απάντησε.
Στον πρόεδρο της ΠΣΕΚΑ Φίλιπ Κρίστοφερ είχε πει «έχω και αφεντικό»
Ωστόσο η δεύτερη θητεία αποκάλυψε έναν διαφορετικό Μπάιντεν. Τον Ιούλιο του 2013, σε μία συνάντηση με τον Μπάιντεν, οι ηγετικοί παράγοντες της Ομογένειες άκουσαν πράγματα πρωτοφανή, τα οποία δεν πίστευαν στ’ αυτιά τους. Το ίδιο συνεχίστηκε και μέχρι την επίσκεψη στην Κύπρο τον Μάιο του 2014.
Η επίσκεψή Μπάιντεν στην Κύπρο ήταν ιστορική, ωστόσο σημαδεύτηκε με απογοήτευση για την απόρριψη από τον Έρογλου της πρότασής του για την προετοιμασία σχεδίου ανοικοδόμησης του Βαρωσιού. Δύο μήνες αργότερα, μιλώντας στο 42ο Συνέδριο της Κληρικολαϊκής Συνέλευσης στη Φιλαδέλφεια, είπε πάρα πολλά για την Κύπρο τα οποία μεταδόθηκαν ραδιοφωνικά από το Λευκό Οίκο, αλλά όχι τηλεοπτικά. Τότε χαρακτήρισε μία από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις όλα τα χρόνια που υπηρέτησε πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας και αντιπρόεδρος, πως μετά από 40 χρόνια υπάρχουν ακόμη τουρκικά στρατεύματα στην Κύπρο
Θύμισε μάλιστα την ομιλία του στο αεροδρόμιο της Λάρνακας, όπου κατέστησε «αναμφίβολα ξεκάθαρο ότι οι ΗΠΑ έχουν, συνεχίζουν και θα συνεχίσουν να αναγνωρίζουν μόνο μία νόμιμη κυβέρνηση στη νήσο. Κάποιοι εδώ υποπτεύομαι θεώρησαν ότι δεν είναι αυτός τρόπος για να ξεκινήσεις διαπραγμάτευση. Η αλήθεια είναι πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος να ξεκινήσεις διαπραγμάτευση. Δεν υπάρχει κάτι που να μπορείς να διαπραγματευτείς μεταξύ δύο λαθών. Το πρώτο, δεν θα έπρεπε να ακουμπήσουν το πόδι τους στο νησί Τούρκοι στρατιώτες, χωρίς να έχουν καλεστεί από την κυβέρνηση. Και δεύτερον, υπάρχει μόνο μία κυβέρνηση στο νησί».
Τον Δεκέμβριο, όταν ασθένησε ο πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης και μεταφέρθηκε για θεραπεία στις ΗΠΑ, ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν τον επισκέφθηκε στο Νοσοκομείο New York Presbyterian.
Τον Μπάιντεν έφερε κοντά στην Ομογένεια ένας ελληνοκύπριος πρόσφυγας από το Ντέλαγουερ, ο Κώστας (Γκας) Γεωργίου. Ήταν συνδικαλιστής και έγραψε στο νέο τότε γερουσιαστή για το δράμα των Κυπρίων που – όπως ο ίδιος – έχασαν τα σπίτια τους. Ο Τζο Μπάιντεν έψαξε το θέμα, συγκινήθηκε κι από τότε ανέπτυξε στενές σχέσεις, αρχικά με τους ομογενείς της πολιτείας του και μετά με το λόμπι. Εξάλλου, για πολλά χρόνια ακολουθούσε πιστά όσα του έλεγαν για την Κύπρο και τα ελληνικά θέματα οι συνάδελφοί του Πολ Σαρμπανης και Πολ Τσόγκας. Το 1997, κατά τη βράβευσή του από την Κυπριακή Ομοσπονδία, παρουσία του αείμνηστου Γλαύκου Κληρίδη, ο Τζο Μπάιντεν μίλησε με συγκίνηση για τον Γκας Γεωργίου και το ρόλο τους στην «εκπαίδευσή» του.
Ωστόσο, εκείνη τη χρονιά ο Τζο Μπάιντεν δεν «μάσησε τα λόγια του» και μίλησε ανοιχτά για τις αρνητικές επιπτώσεις της αγοράς των S-300 λέγοντας και στην κυπριακή κυβέρνηση και στους ομογενείς ότι με αυτό η Κύπρος θα χάσει φίλους στην Ουάσιγκτον.
Το 2016 ο Μπάιντεν είχε πει ξεκάθαρα στον πρόεδρο Αναστασιάδη ότι ο ίδιος μπορούσε να βοηθήσει στο κυπριακό μέχρι τα τέλη Σεπτεβρίου, γιατί μετά θα βοηθούσε στην εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον και μετά μέχρι να φύγει από το Λευκό Οίκο δεν θα είχε καμία δύναμη.
Στη συνάντηση που είχε με τον πρόεδρο Αναστασιάδη το Σεπτέμβριο, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, οι θέσεις του για το θέμα της αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων δεν ικανοποίησαν τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Κατ’ ακρίβεια είχε μεταφέρει ότι με τον Ερντογάν που τα συζήτησε δεν βλέπει δυνατότητα να καμφθεί. Αλλά και στις εγγυήσεις η στάση του ήταν κάτι λιγότερο από αυτό που προώθησε τον επόμενο χρόνο στο Κραν Μοντανά ο Γκουτέρες.
Στη φετινή προεκλογική εκστρατεία ο ίδιος δεν είχε την ευκαιρία να συναντηθεί με τους Ομογενείς, ενώ οι θέσεις του προεκλογικού του επιτελείου για το κυπριακό και τα ελληνικά θέματα ήταν κατώτερες των περιστάσεων.
Το καλό είναι ότι και ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν, αλλά και κυρίως ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, Τζέικ Σάλιβαν, είναι άριστοι γνώστες και πανέτοιμοι, με στενούς δεσμούς με την Ομογένεια. Ήταν παρόντες σε όλες τις «καυτές» συζητήσεις του Μπάιντεν με την Ελληνοαμερικανική Ηγεσία, το 2013-2015, στις οποίες τέθηκαν οι βάσεις για το Νόμο της Ανατολικής Μεσογείου και του οποίου ο Μπάιντεν (μαζί με τον Ιωάννη Κασουλίδη) θα πρέπει να θεωρηθούν «πρόδρομοι» κι ο Γερουσιαστής Μενέντεζ αυτόν που τον πέρασε.
Επιπρόσθετη αξία έχει το γεγονός ότι μετά την επανάκτηση της πλειοψηφίας στη Γερουσία από τους Δημοκρατικούς, ο Γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ αναλαμβάνει πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων, από την οποία περνούν για επικύρωση όλοι οι αξιωματούχοι και διπλωμάτες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και σημαντικά νομοσχέδια για την εξωτερική πολιτική και εθνική ασφάλεια. Ο Μενέντεζ έχει αποδείξει και στο παρελθόν τι μπορεί να κάνει σ περιπτώσεις όπου υποψήφιοι έχουν κάνει αμφιλεγόμενες δηλώσεις για τα θέματα που τον ενδιαφέρουν άμεσα.
Η Βικτώρια Νούλαντ, υφυπουργός Εξωτερικών για ευρωπαϊκές υποθέσεις και πρέσβυς των ΗΠΑ στην Ουκρανία και το ΝΑΤΟ, προτείνεται από τη νέα κυβέρνηση για βοηθός υπουργός Εξωτερικών για πολιτικές υποθέσεις.
Ο Κόλιν Καλ (Colin Kahl), υφυπουργός Άμυνας στην πρώτη διακυβέρνηση Ομπάμα και στη δεύτερη Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του αντιπροέδρου Μπάιντεν, προτάθηκε για βοηθός υπουργός Άμυνας, αρμόδιος για θέματα πολιτικής.
Τέλος η Αμάντα Σλότ, βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών για ευρωασιατικές υποθέσεις, θα αναλάβει διευθύντρια Ρωσίας και Ευρώπης στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας.
Βεβαίως πολλά θα εξαρτηθούν κι από το ποιος θα είναι υφυπουργός για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις. Αν υπάρχει ο αντίστοιχος δημοκρατικός Γουές Μίτσελ, τα πράγματα θα κυλήσουν ομαλά. Ο Άντονι Μπλίνκεν επιθυμεί στη θέση να τοποθετηθεί διπλωμάτης καριέρας, είναι πιθανόν στη θέση να διοριστεί ο σημερινός πρέσβης στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ, που ήταν στενός συνεργάτης της Βικτώρια Νούλαντ.
Leave a Reply