Αν και η Χίλαρι δεν είναι αυτό που ακριβώς θα θέλαμε, η επιλογή Τραμπ θα μπορούσε να είναι καταστροφική, όχι μόνο για το μέλλον των ΗΠΑ, αλλά και για την επιβίωση της ανθρωπότητας.
Κύριο άρθρο της Greek News
Την Τρίτη 8 Νοεμβρίου ολοκληρώνεται μία από τις σκληρότερες και πλέον ταραγμένες προεκλογικές εκστρατείες στην ιστορία των αμερικανικών προεδρικών εκλογών κι οι ψηφοφόροι προσέρχονται στην κάλπη για να επιλέξουν τον επόμενο ένοικο του Λευκού Οίκου, μεταξύ της Δημοκρατικής πρώην πρώτης Κυρίας και πρώην υπουργού Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον και του Ρεπουμπλικανού δισεκατομμυριούχου, Ντόναλντ Τραμπ. Κατ’ ακρίβεια, ήδη 19 εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν μέχρι στιγμής ασκήσει το εκλογικό δικαίωμα, εκμεταλλευόμενοι τη σχετική νομοθεσία που ισχύει σε αρκετές πολιτείες, αριθμός που ισοδυναμεί με το 20% του εκλογικού σώματος.
Η επιλογή για τους ψηφοφόρους είναι δύσκολη κι αυτό δεν σχετίζεται μόνο με την βαρύτητα του αξιώματος του ηγέτη του δυτικού κόσμου, ή της κρισιμότητας της παγκόσμιας κατάστασης, με πολέμους, τρομοκρατία και οικονομική αβεβαιότητα. Σε όλες τις δημοσκοπήσεις το κύριο χαρακτηριστικό τόσο για τη Χίλαρι Κλίντον, όσο και τον Ντόναλντ Τραμπ είναι η αντιπάθεια των ψηφοφόρων που συγκεντρώνουν, η οποία υπερτερεί της συμπάθειας.
Μεγάλο μέρος της αντιπάθειας που συγκεντρώνει η Χίλαρι Κλίντον είναι άδικη, αφού της καταλογίζουν τις αμαρτίες του συζύγου της Μπιλ Κλίντον, στον καιρό της προεδρίας του. Άλλες ωστόσο έχουν βάση, καθώς αφορούν στις δραστηριότητες του Ιδρύματος Κλίντον, τις πληρωμένες ομιλίες και τις συναλλαγές με ξένες κυβερνήσεις και διεθνείς επιχειρηματίες – κάποιους αμφιλεγόμενους. Επίσης την χρήση της ιδιωτικής της ηλεκτρονικής διεύθυνσης για ανταλλαγή υπηρεσιακών μηνυμάτων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, πολλών εξ αυτών εμπιστευτικής φύσης.
Για τον Ντόναλντ Τραμπ που χάρη στο θράσος του και ένα αντικομφορμιστικό προφίλ συνέτριψε στις προκριματικές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος 16 ανθυποψηφίους (μεταξύ αυτών τον Τζεμπ Μπους και άλλους αστέρες της πολιτικής), τα προβλήματα είναι περισσότερα. Πρώτα απ’ όλα η έλλειψη γνώσης της άσκησης διακυβέρνησης και η άγνοια των θεμάτων της εξωτερικής πολιτικής και της εθνικής ασφαλείας. Δεύτερον η αλλαγή θέσεων κατά το δοκούν, σε πολύ σοβαρά ζητήματα. Τρίτον, η απόπειρα να εφαρμόσει στην διακυβέρνηση και τις σχέσεις των ΗΠΑ με συμμάχους, φίλους και εταίρους, την τακτικής εκφοβισμού (bullying) και εκβιασμού, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στο ΝΑΤΟ και στα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Τέταρτον, η έλλειψη σεβασμού σε σοβαρούς θεσμούς, όπως η αναγνώριση της δημοκρατικής εναλλαγής στην εξουσία, μέσω της αναγνώρισης του εκλογικού αποτελέσματος, αλλά κι ο σεβασμός προς το έργο που επιτελούν οι υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας κι οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις.
Το σοβαρότερο ωστόσο πρόβλημα του Ντόναλντ Τραμπ είναι ο χαρακτήρας του, που τον καθιστά αναξιόπιστο για να ηγηθεί των ΗΠΑ. Όταν παινεύεται ότι είναι έξυπνος και δεν έχει πληρώσει για 20 χρόνια φόρους στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν αξίζει να ηγηθεί αυτής της κυβέρνησης ως πρόεδρος των ΗΠΑ. Όταν έχει επιτεθεί δημόσια με απαράδεκτους για το αξίωμα που διεκδικεί χαρακτηρισμούς σε γυναίκες, εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες, ανάπηρους, υπέρβαρους και ηλικιωμένους, δεν έχει θέση στο Λευκό Οίκο. Όταν ως επιχειρηματίας έχει κηρύξει αρκετές φορές χρεοκοπία, δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις σε υπεργολάβους και εταιρείες που ανέλαβαν να φέρουν σε πέρας εργασίες για τις επιχειρήσεις του, έχει μηδέν αξιοπιστία.
Ο πρώην δήμαρχος Νέας Υόρκης, Μάικλ Μπλούμπεργκ, με υπερδιπλάσια περιουσία από τον Τραμπ, είχε πει για τον ρεπουμπλικανό υποψήφιο, μιλώντας στο συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος, πως ξέρει να αναγνωρίζει έναν απατεώνα όταν τον βλέπει. Κι αυτό λέει πολλά. Όπως ακόμη περισσότερα λέει στους Νεοϋορκέζους το ερείπιο που κάποτε στέγαζε το εστιατόριο στο Jones Beach. Ο Τραμπ ανέλαβε πριν πάνω από 10 χρόνια το έργο και μένει έτσι μέχρι σήμερα, γιατί συνεχώς άλλαζε τους όρους του συμβολαίου.
Αυτή τη στιγμή λοιπόν ο αμερικανός ψηφοφόρος έχει να επιλέξει μεταξύ της έμπειρης να κυβερνήσει Χίλαρι Κλίντον – για την οποία έχει πολλούς λόγους να δυσπιστεί – κι ενός άσχετου για τα προβλήματα της χώρας και του κόσμου, ψεύτη, αριβίστα, με συμπεριφορά τραμπούκου και τρόπους προαγωγού πολυτελείας.
Μπροστά σ’ αυτές τις επιλογές, δεν είναι τυχαίο, που από τη μία οι ελίτ της χώρας τρέμουν από φόβο για το πού θα καταλήξουν οι ΗΠΑ κι ολόκληρη η υφήλιος με πρόεδρο τον Ντόναλντ Τραμπ (ο οποίος θα έχει στη βαλίτσα του συνεχώς τους κωδικούς της πυροδότησης του πυρηνικού οπλοστασίου της χώρας) κι αυτός είναι ο λόγος που ακόμη και ρεπουμπλικανοί, είτε δηλώνουν ανοιχτά πως θα υποστηρίξουν τη Χίλαρι Κλίντον, ή πως απλά δεν θα ψηφίσουν τον Τραμπ.
Από την άλλη ένα μεγάλο κομμάτι του αμερικανικού λαού, εργάτες βιομηχανίας (οι περισσότεροι λευκοί) και άτομα που έχουν αρχίσει να μπαίνουν στο περιθώριο της κοινωνίας και καταλογίζουν ευθύνες όχι στο 1% που έχει συγκεντρώσει στα χέρια του τον πλούτο (μεταξύ αυτών και τον Τραμπ), αλλά γενικά στο κατεστημένο της Ουάσιγκτον, στους μαύρους και στις μειονότητες, στους φιλελεύθερους και τους διανοούμενους, βλέπει πως ψηφίζοντας τον Τραμπ θα τιμωρήσει το «σύστημα». Πρόκειται για την ίδια ακριβώς αντίδραση που έχει ανεβάσει στην Ευρώπη τα ποσοστά των ρατσιστικών, ξενοφοβικών και ακροδεξιών κομμάτων τύπου Χρυσής Αυγής.
Σε σχέση με την Ελληνοαμερικανική Κοινότητα, να σημειώσουμε ότι στις εκλογές αυτές δεν είδαμε οργανώσεις υποστήριξης των υποψηφίων από Ελληνοαμερικανούς, ενώ μόνο υπέρ της Χίλαρι Κλίντον έγιναν εκδηλώσεις οικονομικής υποστήριξης από εύπορους ομογενείς.
Παρά τους δεσμούς με ηγετικά στελέχη της Ελληνοαμερικανικής Κοινότητας, η Χίλαρι Κλίντον δεν είναι ιδιαίτερη συμπαθής. Παρότι ο Μπιλ Κλίντον ήταν ένας από τους πλέον φιλέλληνες προέδρους – ιδίως στην πρώτη του θητεία χάρη στο Γιώργο Στεφανόπουλο ενεπλάκη σοβαρά με τα εθνικά θέματα – η Χίλαρι Κλίντον ως υπουργός Εξωτερικών, αν και γνωρίζει καλά τα ελληνικά θέματα, θυμίζει την πολιτική της αναβάθμισης του ρόλου της Τουρκίας (ως χώρα μοντέλο στον μουσουλμανικό κόσμο) και την επίσκεψη στην Αγκυρα πριν ακόμη και το Ισραήλ. Παρότι όταν της το ζήτησε η ηγεσία της Ομογένειας σταμάτησε κάποιες εξελίξεις (επίσκεψη Ταλάτ κλπ), οι υποσχέσεις της κυβέρνησης Ομπάμα την ακολουθούν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν πήρε τη σκυτάλη και αναβάθμισε τη σχέση με την Κύπρο μετά την αποχώρηση της κ. Κλίντον από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Παρόλα αυτά, η κ. Κλίντον σχέση διατηρεί στενή σχέση με επιφανείς Ελληνοαμερικανούς οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν αποφάσεις του Λευκού Οίκου για την Ελλάδα αν το θελήσουν και αν βεβαίως ορισμένοι από αυτούς πιεστούν κι από την Ομογένεια. Την ίδια στιγμή θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως αν η Χίλαρι Κλίντον είναι η επόμενη πρόεδρος, θα παραλάβει από τον πρόεδρο Ομπάμα, τους φακέλους της Ελλάδας και της Κύπρου, φρέσκους από την επίσκεψή του στην Αθήνα. Κι αυτό είναι σημαντικό, γιατί η επίσκεψη Ομπάμα έχει πρωτίστως σχέση με τους στρατηγικούς σχεδιασμούς της Ουάσιγκτον στην ευρύτερη περιοχή, που λόγω των ανησυχιών για τις εξελίξεις στη Συρία και την ρευστότητα στην Τουρκία, προνοούν αναβαθμισμένο ρόλο στην Ελλάδα.
Αν και ο Ντόναλντ Τραμπ δεν διατηρεί στενούς δεσμούς με την Ελληνοαμερικανική Κοινότητα, η κινητοποίηση ομογενών από τη βάση της κοινότητας υπέρ του, είναι σημαντική. Μπορεί να μην έχουν γνωστοποιηθεί ονόματα ατόμων που συνεισέφεραν σημαντικά ποσά, υπάρχουν αρκετοί που δηλώνουν δημόσια ότι θα τον ψηφίσουν, για λόγους που δεν σχετίζονται με τις θέσεις του για την Ελλάδα και την Κύπρο – τις οποίες ουδείς γνωρίζει. Εξάλλου, η παράδοση από το 1974 μέχρι σήμερα αποδεικνύει ότι κανείς ρεπουμπλικανός πρόεδρος δεν ήταν καλός για τον Ελληνισμό. Η τουρκική εισβολή έγινε επί Ρίτσαρντ Νίξον, η ανακήρυξη του ψευδοκράτους επί Ρόναλντ Ρίγκαν (ο οποίος επέβαλε και ταξιδιωτική οδηγία σε βάρος της Ελλάδας), το σχέδιο Ανάν κι οι αφόρητες πιέσεις στην Κύπρο επί προεδρίας Τζορτζ Μπους, το ίδιο κι η αναγνώριση του κράτους των Σκοπίων ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αντίθετα οι Δημοκρατικοί, αν και δεν ξέφευγαν από τον υπερτονισμό των στρατηγικών προτερημάτων της Τουρκίας, χάρη και στην πρόσβαση που είχε η Ομογένεια, δεν βαρύνονται με ιδιαίτερες αρνητικές πολιτικές.
Κρίνοντας όλα τα υπέρ και κατά της Χίλαρι Κλίντον και του Ντόναλντ Τραμπ, απλά και μόνο ως αμερικανοί πολίτες, αλλά και ως Ελληνοαμερικανοί, αν και η Χίλαρι Κλίντον δεν είναι αυτό που ακριβώς θα θέλαμε για τον επόμενο ηγέτη της Αμερικής, θεωρούμε ότι πρέπει να ψηφιστεί για πρόεδρος των ΗΠΑ. Γιατί η επιλογή Τραμπ θα μπορούσε να είναι καταστροφική, όχι μόνο για το μέλλον των ΗΠΑ, αλλά και για την επιβίωση της ανθρωπότητας.
Leave a Reply