Νέα Υόρκη.- Του Αποστόλη Ζουπανιώτη
Η μακροχρόνια φιλία του Τζο Μπάιντεν με την Ομογένεια, την Ελλάδα και την Κύπρο, τον κατέστησε έναν από τους πλέον αγαπητούς αμερικανούς πολιτικούς, οι οποίοι γνωρίζουν τους προβληματισμούς μας και κατά καιρούς έχουν προασπιστεί τα θέματα που μας ενδιαφέρουν.

Το έχουμε γράψει – όχι αυθαίρετα αλλά επειδή το είπε ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν σε ομιλία του – ότι αυτός που τον έφερε κοντά στην Ελληνοαμερικανική Κοινότητα δεν ήταν κάποιος μεγαλόσχημος παράγοντας, αλλά ένας απλός ελληνοκύπριος ψηφοφόρος και υποστηρικτής του, ο Κώστας (Γκας) Γεωργίου από την πολιτεία του Ντέλαγουερ. Του μίλησε για την Κύπρο, την τουρκική εισβολή και κατοχή και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στέλνοντας τον 32χρονο πρωτάρη γερουσιαστή στην συντροφιά των «Σαρμπάνη, Μπραδήμα κι άλλων μελών του Κογκρέσου που ηγήθηκαν του ελληνικού λόμπι και του αγώνα για το εμπάργκο.
Όταν το επαναλάβαμε το 2008, μετά την νίκη του Ομπάμα, κάποιοι παράγοντες της Ομογένεια δυσαρεστήθηκαν.
Η σχέση του Μπάιντεν με την Ομογένεια ήταν τόσο ειλικρινής, που όπως ομολόγησε δημόσια ο ίδιος, η ελληνοαμερικανική κοινότητα είναι οι καλύτεροι υποστηρικτές. Ο ίδιος δεν ξέχασε ποτέ ότι το 1988, όταν διεκδικούσε το χρίσμα απέναντι στον Μιχάλη Δουκάκη, οι ομογενείς του είπαν ότι δεν θα τον ψηφίσουν, όμως ενίσχυσαν οικονομικά την προεκλογική του εκστρατεία.
«Αυτό δεν το ξέχασα ποτέ», έχει δηλώσει επανειλημμένα.
ΩΣ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Η μόνη φορά που ο Μπάιντεν διαφοροποιήθηκε από την Ομογένεια ήταν στην υπόθεση της αγοράς των πυραύλων S-300, συμβουλεύοντας ότι αν επιμείνει η Κύπρος θα χάσει φίλους.
Η είσοδός του στο Λευκό Οίκο, δίπλα στον Ομπάμα, το 2009, δημιούργησε υψηλές προσδοκίες για την Κύπρο και τα άλλα εθνικά θέματα. Η πρώτη διάψευση ήλθε από τον Μπαράκ Ομπάμα, του οποίου η αναβάθμιση της Τουρκίας στην αμερικανική εξωτερική πολιτική συνοδεύτηκε με την απομάκρυνσή του από ομογενείς φίλους του, όπως ο Αλέξης Γιαννούλιας.
Ο Τζο Μπάιντεν σ’ όλη την πρώτη θητεία του Ομπάμα έδειχνε αποστασιοποιημένος, αποφεύγοντας να δώσει υποσχέσεις. Σε προσωπική του συνομιλία με τον υπογράφοντα, απάντησε στην παρατήρηση «σας προτιμούσα όταν είσαστε πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας» ότι «το ίδιο άρεσε και σ’ εμένα».
Στη δεύτερη θητεία του Μπαράκ Ομπάμα, ο Τζο Μπάιντεν πήρε πάνω του πολλές δύσκολες αποστολές, τόσο σε θέματα κρίσεως στις σχέσεις με το Κογκρέσο, όσο και σε διεθνείς υποθέσεις. Ήδη είχαν επιδεινωθεί οι σχέσεις Ομπάμα – Ερντογάν κι οι χειρισμοί του Τούρκου προέδρου είχαν ανατεθεί εκ μέρους του Λευκού Οίκου στον αντιπρόεδρο Μπάιντεν.
Τον Ιούλιο του 2013, σε συνάντηση που είχε με ηγετικούς παράγοντες της Ελληνοαμερικανικής Κοινότητας (οι περισσότεροι κυπριακής καταγωγής) τους εξέπληξε με τις ιδέες που τους ανέπτυξε γύρω από το ρόλο που η Κύπρος θα μπορούσε να διαδραματίσει στην περιοχή για τις ΗΠΑ. Ουσιαστικά στον Μπάιντεν οφείλεται η στρατηγική της αναβάθμισης των διμερών σχέσεων ΗΠΑ-Κύπρου, της αξιοποίησης των ενεργειακών κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ και για λύση του κυπριακού, αλλά και για νέες συνεργασίες με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, αλλά και με την Τουρκία, αν θα συμβάλλει σε λύση του κυπριακού. Βεβαίως, είχε προηγηθεί μία συνομιλία του με τον υπουργό Εξωτερικών Ιωάννη Κασουλίδη, στο Λευκό Οίκο, ο οποίος του ανέπτυξε (όπως και στον Τζον Κέρι) το σχεδιασμό του για το γεωστρατηγικό ρόλο της Κύπρου.
Παρότι οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στη σύσκεψη είχαν δηλώσει ότι «οι απόψεις Μπάιντεν παρά ήταν θετικές για να είναι αληθινές», ο αντιπρόεδρος έδειχνε να παίρνει στα χέρια του την πρωτοβουλία των χειρισμών στο κυπριακό, από μέρους της Ουάσιγκτον, επισκεπτόμενος τον Μάιο του 2014 την Κύπρο, με τις γνωστές εξαγγελίες για την αναβάθμιση των σχέσεων Κύπρου – ΗΠΑ σε «στρατηγική εταιρική σχέση». Ακολούθησαν, μία ακόμη πιο εντυπωσιακή ενημέρωση των ομογενών σε κλειστή συνάντηση, μία πολλή θερμή δημόσια ομιλία τον Ιούλιο (στο συνέδριο της Αρχιεπισκοπής Αμερικής στη Φιλαδέλφεια της Πενσυλβάνιας) και δηλώσεις σε ομιλία του στο Χάρβαρντ το Σεπτέμβριο, που είχαν ως αποτέλεσμα κόντρα με τον Ερντογάν. Ούτε η ομιλία στο συνέδριο της Αρχιεπισκοπής, ούτε οι εκτός κειμένου τοποθετήσεις του στο Χάρβαρντ δημοσιεύθηκαν στην επίσημη σελίδα του Λευκού Οίκου. Και παρότι ο Τζο Μπάιντεν διατήρησε στενές σχέσεις και με τους ομογενείς και με τους ηγέτες της Κύπρου και της Ελλάδας, δεν ξαναμπήκε στην πρώτη γραμμή, μέχρι το Φθινόπωρο του 2016, όταν συναντήθηκε με τον πρόεδρο Αναστασιάδη στη Νέα Υόρκη, για να τον πείσει να δεχθεί κάποιου είδους εγγυήσεις και παραμονή μικρού αριθμού τουρκικών στρατευμάτων.
Ποιοι είναι οι άνθρωποι που τον επηρεάζουν περισσότερο στην Ελληνοαμερικανική Κοινότητα; Ο Ντένης Μίλ, ο Γιώργος Τσούνης κι ο π. Αλέξανδρος Καρλούτσος.
Για τον Τζο Μπάιντεν και τη σχέση του με την Ομογένεια μας μίλησε ο πρόεδρος της ΠΣΕΚΑ Φίλιπ Κρίστοφερ και το στέλεχος της Κυπριακής Ομοσπονδίας Τάσος Ζαμπάς.
ΦΙΛΙΠ ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ
H γνωριμία της Ομογένειας με τον Τζο Μπάιντεν, αλλά και η προσωπική μου μαζί του, πάει πριν το 1976. Όλα τα χρόνια που τον γνωρίζαμε ως γερουσιαστή ήταν ενθουσιώδης υποστηρικτής των δικαίων της Κύπρου και της Ελλάδας. Θυμάμαι πολύ καλά όταν ήταν στέλεχος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων που είπε στον πρόεδρο της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ ότι θα επιμείνει να διακοπούν όλες οι σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία.
Όταν έγινε αντιπρόεδρος ήταν ο πρώτος μετά από 50 χρόνια που επισκέφθηκε την Κύπρο. Ως ηγεσία της Ομογένειας είχαμε συνεχείς επαφές και συναντήσεις μαζί του. Έδειξε μεγάλη κατανόηση και μας έδωσε πολλές υποσχέσεις. Όταν τελε΄.ιωσε η θητεία του ως αντιπρόεδρος και είμαστε απογοητευμένοι, όταν τον είδαμε, η απάντησή του ήταν «Φίλιπ, είχα αφεντικό». Που σημαίνει ότι ως αντιπρόεδρος δεν μπορούσε να αλλάξει την πολιτική του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.
Αυτή τη στιγμή και μετά την τηλεδιάσκεψη που είχαμε με τον στενό συνεργάτη του νέου προέδρου Αντονι Μπλίνκεν – ο οποίος θα είναι είτε υπουργός Εξωτερικών, ή Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας – λάβαμε πάλι σημαντικές υποσχέσεις, σχετικά με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν. Σημειώθηκε ότι ο πρόεδρος Τραμπ δεν άσκησε πιέσεις και δεν επέβαλε κυρώσεις CAATSA στην Τουρκία για την αγορά και εγκατάσταση των ρωσικών πυραύλων S-400. Τα ίδια μας ειπώθηκαν σε μία άλλη τηλεδιάσκεψη με τον γερουσιαστή Κρίστοφερ Κουνς του Ντέλαγουεαρ, στενός φίλος και συνεργάτης του Τζο Μπάιντεν.
Έχουμε ελπίδες, οι οποίες ελπίζουμε να μην αποδειχθούν φρούδες (broken promises). Ελπ΄θζω ως πρόεδρος να χαράξει μία διαφορετική εξωτερική πολιτική, η οποία θα θέσει πίεση στην Τουρκία.
Από την άλλη, σημείωσα στον κ. Μπλίνκεν την απογοήτευσή μας για την τοποθέτηση στη θέση του υπεύθυνου της επιτροπής Μπάιντεν για τις μειονότητες, ένα Βοσνιακής καταγωγής αμερικανού ο οποίος κατείχε ηγετική θέση στο Ίδρυμα Τουρκοαμερικανικής Κληρονομιάς της Ουάσιγκτον.
Ελπίζουμε ότι η πολιτική θα αλλάξει. Γιατί σ’ αυτά τα 46 χρόνια έχουμε μάθει πως είτε ρεπουμπλικανός είναι ο πρόεδρος, είτε δημοκρατικός, δεν καταφέραμε να αλλάξουμε την πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας, Αυτό όμως που άλλαξε είναι ότι τα τελευταία χρόνια, με το να αγοράσει τους S-400 και με την πολιτική της έναντι της Συρίας, του Ιράν, της Λιβύης και του Αζερμπαϊτζάν έχει δημιουργήσει χάσμα με την πολιτική των ΗΠΑ. Ελπίζω ότι μετά τη στροφή του Ταγίπ Ερντογάν, ο πρόεδρος Μπάιντεν θα πρέπει να φανεί αποφασισμένος να αλλάξει στάση και πολιτική έναντι της Τουρκίας.
ΤΑΣΟΣ ΖΑΜΠΑΣ
Κατά τη διάρκεια των συναντήσεων που είχαμε κάνει με τον τότε αντιπρόεδρο Μπάιντεν το 2014, πριν μεταβεί στην Κύπρο, μας έδωσε τη δυνατότητα να ακούσουμε πράγματα που δεν μας έκαναν να πιστεύουμε στ’ αυτά. Λόγια τα οποία προέρχονταν από το στόμα του ιδίου του αντιπροέδρου και του συμβούλου του για θέματα Εθνικής Ασφάλειας, Τζέικ Σάλλιβαν.
Ήταν τότε που με αφορμή τις έρευνες και τις γεωτρήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ της, η Τουρκία απειλούσε με επέμβαση. Τότε ο αντιπρόεδρος Μπάιντεν μας έδινε να καταλάβουμε πως αν ήταν πρόεδρος δεν θα είχε πρόβλημα να κάνει στη Μεσόγειο αυτό που οι ΗΠΑ κάνουν στη Νότια Θάλασσα της Κίνας. Τα ίδια μας έλεγε κι ο Τζέικ Σάλλιβαν.
Ο Τζο Μπάιντεν ήταν ο πρόεδρος αμερικανός επίσημος που μας μιλούσε για την σημασία που είχε η ανατολική Μεσόγειος για την Τουρκία, τόσο σε σχέση με την ενέργεια, όσο και την ασφάλεια. Αυτό πρέπει να το καταστήσουμε πολύ σαφές, γιατί ορισμένοι σπεύδουν ναι πιστώσουν το East Med Act σε άτομα, παράγοντες και κυβερνήσεις οι οποίες δεν είχαν καμία σχέση. Η ιστορία με την Ανατολική Μεσόγειο ξεκίνησε με το Τζο Μπάιντεν ο οποίος άρχισε να εξαίρει τη σημασία της Κύπρου για τις ΗΠΑ, ιδίως μετά τις ενεργειακές ανακαλύψει στην κυπριακή ΑΟΖ. Η υπόθεση συνεχίστηκε και με την κυβέρνηση Τραμπ και θα πέθαινε αν με την πρωτοβουλία και επιμονή του Μπομπ Μενέντεζ κι άλλων φίλων μας στο Κογκρέσο δεν ψηφιζόταν ο νόμος. Να θυμηθούμε επίσης ότι για εννιά μήνες από την ψήφιση του νόμου η κυβέρνηση Τραμπ δεν τον υλοποιούσε. Ευτυχώς χάρη στην επίμονη στάση του γερουσιαστή Μενέντεζ, με επιστολές στον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ο οποίος καθώς οι σχέσεις με την Τουρκία επιδεινώνονταν, αντιλήφθηκε τη σημασία της Ελλάδας και της Κύπρο και της συνεργασίας τους με το Ισραήλ, προχώρησε με την εφαρμογή του νόμου.
Αυτή τη στιγμή οι ΗΠΑ είναι περισσότερο διχασμένες από ποτέ στα 45 χρόνια που ζω εδώ. Δεν μπορείς ούτε στην ίδια σου την οικογένεια να συζητήσεις πολιτικά χωρίς να διακινδυνεύσεις ένταση. Η προτεραιότητα του Μπάιντεν θα είναι να ασχοληθεί με την ενότητα της χώρας. Αν η χώρα δεν συσπειρωθεί, η κατρακύλα θα συνεχιστεί.
Φυσικά η Γερουσία ακόμη δεν έχει κριθεί. Αν τελικά οι Δημοκρατικοί την χάσουν, ο Μπάιντεν όπως και στο παρελθόν θα δείξει την ικανότητά του για προώθηση δικομματικών πρωτοβουλιών.
Σε σχέση με την εξωτερική πολιτική και τα θέματα που αφορούν Ελλάδα, Κύπρο, και Ανατολική Μεσόγειο, όπως είναι σήμερα τα πράγματα, η σχέση θα συνεχιζόταν όποιος κι αν εκλεγόταν πρόεδρος. Το πιο σημαντικό όμως είναι πως απέχουμε ελάχιστα από την επιβολή κυρώσεων CAATSA κι ο πρόεδρος Τραμπ για μήνες παρεμπόδιζε τον Μιτς Μακόνελ να βάλει το θέμα σε ψηφοφορία στην ολομέλεια της Γερουσίας, αν και πέρασε σχεδόν ομόφωνα από την επιτροπή.
Προσωπικά για μένα κι όσους στην κοινότητα υποστηρίξαμε το Τζο Μπάιντεν, θα είναι μεγάλη απογοήτευση να μην αφήσει και ο Μπάιντεν την ψηφοφορία. Ο μόνος τρόπος η Τουρκία να αντιληφθεί ότι πρέπει να αλλάξει πορεία είναι αν υπάρχουν οικονομικές επιπτώσεις. Είμαι αισιόδοξος, αλλά στην πολιτικοί δεν είμαστε ποτέ 100% σίγουροι.
Leave a Reply