Ηνωμένα Έθνη.- Ανάλυση του Αποστόλη Ζουπανιώτη
Η λακωνική δήλωση με την οποία ο εκπρόσωπος της αποστολής των καλών υπηρεσιών στην Κύπρο, ανακοίνωσε την επανάληψη των συνομιλιών και τον οδικό χάρτη μέχρι και τις συναντήσεις στη Γενεύη, μπορεί να προσφέρει την κάλυψη που κάθε ένας από τους ηγέτες επιζητούσε για να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, οι οποίες διεκόπησαν άδοξα στο Μοντ Πελεράν, ωστόσο αφήνει πολλά θέματα ανοιχτά – ακόμη και διαδικασίας – τα οποία θα πρέπει να έχουν συμφωνηθεί μέχρι τότε, για να μην επαναληφθεί το δράμα, αυτή τη φορά μάλιστα με ακόμη υψηλότερο διακύβευμα.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης έφυγε από το δείπνο της Πέμπτης αποκομίζοντας την επιβεβαίωση αυτών που έλεγε εδώ και καιρό η πλευρά μας. Πρώτον, ότι ο στόχος για συμφωνία διευθέτησης του κυπριακού μέσα στο 2016 ήταν απλά μία ευχή (που εξαρτιόταν από την πρόοδο στις συνομιλίες) και όχι χρονοδιάγραμμα. . Δεύτερον, ότι δεν μπορούμε να πάμε σε πολυμερή διάσκεψη έχοντας πολλά και κεφαλαιώδη ζητήματα ανοιχτά και κυρίως χωρίς να έχουν ανταλλαγεί χάρτες.
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί έφυγε εξασφαλίζοντας την ημερομηνία σύγκλισης της πενταμερούς, με αντάλλαγμα την απλή ανταλλαγή χαρτών, χωρίς παράλληλη δέσμευση ότι οι χάρτες αυτοί θα αποτυπώνουν την ακτίνα συμφωνίας στο εδαφικό και δεν θα είναι οι μαξιμαλιστικές θέσεις της μίας ή της άλλης πλευράς.
Ουσιαστικά, εκείνο το οποίο και οι δύο ηγέτες πέτυχαν, ήταν παράταση χρόνο και προσωρινή άρση των πιέσεων που δεχόντουσαν από τα εσωτερικά τους μέτωπα. Στην περίπτωση του προέδρου Αναστασιάδη, η δέσμευση να ενημερώσει την Ελλάδα και την πολιτική ηγεσία οδήγησε στην αναβολή μιας εβδομάδας, στις 11 Νοεμβρίου. Στην περίπτωση του Μουσταφά Ακιντζί, οι πιέσεις του Ντερβίς Ερογλου και της ψευδοκυβέρνησης τον υποχρέωσαν στην κατάθεση μαξιμαλιστικών προτάσεων στο εδαφικό. Ωστόσο ήταν προφανές πως και οι δύο επιθυμούσαν την επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Πολλές οι ασάφειες και τα ρίσκα
Στην ανακοίνωση του εκπροσώπου του ΟΗΕ στην Κύπρο η αναφορά στην πολυμερή διάσκεψη είναι ασαφής.
«Από την 12η Ιανουαρίου θα συγκληθεί Διάσκεψη για την Κύπρο με την πρόσθετη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων. Θα προσκληθούν άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως απαιτείται».
Η ύπαρξη τελείας στην πρόταση μετά με την λέξη εγγυήτριες δυνάμεις και όχι συνδετικού «και» που να συνδέει τις δύο αυτοτελείς προτάσεις (όπως μεταφράστηκε από το ΚΥΠΕ), δείχνει ότι ενώ είναι βέβαιη η συμμετοχή των εγγυητριών, η παρουσία άλλων (και ποιών) είναι ακόμη ασαφής. Βέβαια, στο μήνυμα που ανάρτησε στο λογαριασμό του στο «τουίτερ», ο ειδικός σύμβουλος του ΓΓ για το κυπριακό, Εσπεν Μπαρθ Έιντε, αναφέρεται «σε διεθνή διάσκεψη για την Κύπρο», έκφραση που υπονοεί κάτι ευρύτερο από την πενταμερή.
Tonight, @AnastasiadesCY & @MustafaAkinci_1 agreed to reengage in talks + an int’l Conference on Cyprus in January: http://bit.ly/2fLfZ5P
Αν αυτός είναι ο στόχος, το σίγουρο είναι πως θα πρέπει να αποφασιστεί η σύνθεση της διεθνούς διάσκεψης, αλλά και η διαδικασία της. Δηλαδή αν θα υπάρχουν χωριστά τραπέζια, αν θα ασχοληθεί μόνο με την ασφάλεια ή όλα τα θέματα (όπως στο Μπούργκενστοκ).
Το δεύτερο ζήτημα είναι η ατζέντα των αρχικών συναντήσεων της Γενεύης, από τις 9 – 11 Ιανουαρίου. Η γενική διατύπωση, αφήνει να εννοηθεί ότι εκεί θα πρέπει γίνει το τελικό πάρε – δώσε όλων των πτυχών πλην της ασφάλειας, για να έχει νόημα και η υποβολή των χαρτών και η έναρξη της διεθνούς διάσκεψης. Λογικά, στις πρώτες ημέρες θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν τα δύο ατού των πλευρών, η επιστροφή της Μόρφου – για τους Τουρκοκύπριους – και η εκ περιτροπής προεδρία για τους Ελληνοκύπριους.
Διπλωματικές πηγές βλέπουν αρκετά ρίσκα στη διαδικασία, ιδίως με δεδομένη την στάση που τηρεί ο Ταγίπ Ερντογάν. Σημειώνουν ότι οι απειλές που έχουν εκστομίσει Τούρκοι επίσημοι για ενσωμάτωση των κατεχομένων δείχνουν ότι οι πιθανότητες να αποδεχθεί κατάργηση των εγγυήσεων και πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων είναι μηδαμινές. Δεν αποκλείουν μάλιστα να επιχειρηθεί να χρησιμοποιηθεί η Μόρφου ως αντάλλαγμα για εξασφάλιση παραχωρήσεων στο κεφάλαιο της ασφάλειας από την ελληνοκυπριακή πλευρά και την ελληνική κυβέρνηση.
Το δεύτερο ρίσκο συνδέεται με το ότι είναι δυνατόν η διαδικασία να φτάσει τον Ιανουάριο στο σημείο να πει η Τουρκία, μέχρι εδώ είναι οι παραχωρήσεις μου στο θέμα της ασφάλειας και να γίνει η ελληνική πλευρά αποδέκτης των πιέσεων του μεγαλύτερου μέρους της διεθνούς κοινότητας, να αποδεχθεί παραμονή τουρκικής στρατιωτικής δύναμης στην Κύπρο εσαεί, μαζί με τη βάση στην οποία θα σταθμεύει. Οι μέχρι σήμερα τοποθετήσεις των αμερικανών, που σηκώνουν τα χέρια στις απαιτήσεις του Ταγίπ Ερντογάν δεν προμηνύουν ευοίωνο μέλλον, ενώ οι προοπτικές με τη νέα ηγεσία του Λευκού Οίκου υπό τον Ντόναλντ Τραμπ και τον φιλότουρκο σύμβουλό του για θέματα Εθνικής Ασφαλείας στρατηγό Μάικλ Φλυν φαντάζουν περαιτέρω δυσοίωνες.
Όπως και να έχει το πράγμα, οι νέες συναντήσεις στη Γενεύη θα διεξαχθούν με νέο Γενικό Γραμματέα, τον Αντόνιο Γκουτιέρεζ, που μόλις θα έχει αναλάβει καθήκοντα. Είναι φυσικό να στηριχθεί πλήρως στα όσα του υποδεικνύει ο Έσπεν Μπαρθ Έιντε, καθώς όλη η πολιτική ηγεσία της Γραμματείας του διεθνούς οργανισμού θα είναι υπ’ ατμόν. Το γεγονός αυτό αποτελεί παράγοντα αβεβαιότητας, καθώς αρκετές φορές, ο Γενικός Γραμματέας (ο σημερινός ή οι προηγούμενοι) έπαιρναν πάνω τους τις ευθύνες, μη αποδεχόμενοι τις υποδείξεις των συνεργατών τους. Στην περίπτωση του κ. Γκουτιέρες, είναι άγνωστο τι θα πράξει σε περίπτωση αδιεξόδου στη Γενεύη, τον Ιανουάριο. Δεν αποκλείεται ωστόσο, να μην βιαστεί να ακολουθήσει τις όποιες υποδείξεις του κ. Έιντε και να θελήσει να λάβει πίστωση χρόνου για να λάβει τις δικές του αποφάσεις.
Leave a Reply